Ο ΣΗΚΩΜΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ (Β΄ΜΕΡΟΣ)

Άρθρο – έρευνα του Αλέκου Πρίφτη για την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στα Επτάνησα

Οι εργάτες του λιμανιού, οι βαρκάρηδες, οι αρτεργάτες, οι μακαρονοποιοί, οι τσιγαράδες και οι μυλεργάτες, σύμφωνα με τον Κώστα Θύμη, ήταν εκείνοι που συγκρότησαν τα πρώτα καθαρά κλαδικά σωματεία και το 1910 με τον Εργατικό Σύνδεσμο το πρώτο άτυπο Εργατικό Κέντρο.

Αυτό, όπως μαρτυρεί σφραγίδα του σε έγγραφο του 1932, ενώ απέκτησε την πρώτη ατελή νομική του υπόσταση με αυτό το όνομα το 1916, νομιμοποιήθηκε οριστικά το 1918.

Εργαζόμενοι στην καλλιτεχνική βιομηχανία το 1900 και καπνεργάτες το 1901 ήταν, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Νούτσο, οι πρώτοι που είχαν φτιάξει κάποιου είδους «επαγγελματικά» σωματεία. Ο Εργατικός Σύνδεσμος, σύμφωνα με τον Θύμη, συσπείρωνε ως να ήταν δευτεροβάθμια οργάνωση διάφορα σωματεία, «προαναγγέλλοντας τη σύσταση του Εργατικού Κέντρου». Με δική του πρωτοβουλία, ενώ αριθμούσε περί τα 500 μέλη, κηρύχτηκε στην Κέρκυρα πανεργατική απεργία τον Ιούλιο του 1912 με αίτημα να βελτιωθεί η «πολυβασανισμένη ζωή του Έλληνος, ιδία δε του Κερκυραίου εργάτου». Το σωματείο αρτεργατών, σύμφωνα με τροποποιημένο καταστατικό του τυπωμένο το 1914, ιδρύθηκε την Πρωτομαγιά του 1910.

Αρκετά στοιχεία συνηγορούν στον πρωτοπόρο ρόλο των εργαζομένων στο λιμάνι της Κέρκυρας. Εκεί είχε σχηματιστεί εξάλλου τον Φεβρουάριο του 1819, με απόφαση της Ιόνιας Βουλής, το πρώτο οργανωμένο «εργατικό σώμα» με συγκρότηση σώματος αχθοφόρων και φορτοεκφορτωτών καραγωγέων-μεταφορέων. Το λιμάνι αυτό ήταν το επίκεντρο της ανάπτυξης εμπορευματικών σχέσεων παραγωγής στα νησιά μας από τις αρχές ακόμη του 19ου αιώνα, αν όχι και νωρίτερα. Σχέσεις συνεργασίας του Καλλέργη με εργάτες του λιμανιού της Κέρκυρας χρονολογούνται από το 1895.

Οι πιο «οργανωμένοι συνδικαλιστικά εργάτες» τότε, όπως εβεβαίωσε στις «Αναμνήσεις» του ο Άγις Στίνας, «ήταν οι εργάτες λιμένος, οι βαρκάρηδες, οι αρτεργάτες, οι μυλεργάτες, οι μακαρονοποιοί, οι ραφτάδες, οι κουρείς, οι τσαγκαράδες και (…) οι τσιγαράδες, που ήταν, όπως και σε όλη την Ελλάδα, το πιο μαχητικό συνδικάτο».

Ο ταξικός εργατικός συνδικαλισμός είχε πια «μπει στ’ αυλάκι». Έτσι ως τις μέρες μας, όσο κι αν συχνά με βία και τεχνάσματα επικρατούσαν για λίγο στα κατά τόπους Εργατικά Κέντρα, ούτε το αστικό κράτος ούτε οι μεγαλοεπιχειρηματίες, με τις παντοειδείς αστυνομικές και άλλες διώξεις, με τους κυβερνητικούς-κρατικούς συνδικαλιστές και τους συνδικαλιστές-τσιράκια των επιχειρήσεων, θα μπορούσαν πια να φιμώσουν το κίνημα της εργατικής τάξης επιβάλλοντας σιγή νεκροταφείου.  

Οι σοσιαλιστές της Κεφαλονιάς είχαν χαιρετίσει το 1911 τότε το βήμα των Κερκυραίων ομοϊδεατών τους, με δημοσίευμα και στίχους ποιήματος «Στην Κέρκυρά μας την κυρά μας» σε τοπική εφημερίδα που ο Πετράτος έφερε στο φως το 2010:

Σε γνωρίζω από την Φύσιν

που σου ‘δωσε στολισμόν,

σε γνωρίζω από την κλίσιν

προς τον Σοσιαλισμόν.

Δημοσίευμα της κεφαλονίτικης εφημερίδας «Φωστήρ» εκθείαζε τους δεσμούς «της μεγαθύμου Κεφαλληνίας και της μεγαλονόου Κερκύρας» και προέβλεπε: «Βρονταί θα αντηχήσωσι μέχρι των μυχίων φύλλων όλων των εν Κερκύρα χειμαζομένων, πασχουσών και στεναζουσών εργατικών καρδιών».

Είχε συμβάλει όσο λίγοι στον πρωτοφανή αυτό σηκωμό ο κορυφαίος Επτανήσιος λογοτέχνης του καιρού, εισηγητής του κοινωνικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα, Κερκυραίος επαναστάτης σοσιαλιστής, αν και από αριστοκρατική οικογένεια, Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Πνευματικός μαθητής του Σολωμού κι αυτός, επηρεασμένος και από τις θέσεις του Νικόλαου Κονεμένου, εσυνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του «Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας», στην έκδοση της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας», στην οργανωτική, ταξική, ιδεολογική «αφύπνιση» και ενίσχυση του εργατικού κινήματος, όχι μόνο στην Κέρκυρα ούτε μόνο στα Επτάνησα.

Μαζί του ο επίσης επηρεασμένος πολύ από τον Κονεμένο γεννημένος στη Λευκάδα μάλλον και μεγαλωμένος στην Κέρκυρα νομικός Αριστοτέλης Σίδερις, πρώτος, εκλεγμένος το 1915 στη Θεσσαλονίκη, Έλληνας βουλευτής του σοσιαλιστικού – κομμουνιστικού χώρου, που είχε συγκρουστεί σφοδρά στη Βουλή με τον Γέωργιο Θεοτόκη για αντεργατικά νομοθετήματα.   

Μαζί τους και ο πρωτοπόρος Έλληνας χαράκτης Μάρκος Ζαβιτζιάνος, που το κάλεσμά του το δεύτερο μισό της πρώτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα για το χρέος των διανοουμένων ήταν τομή: «Πρέπει να κινήσουμε πλήθια εμπρός»!

Είχε γράψει ο «Εργάτης» τις 6 Μάη 1912 για τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη: «Ελπίζομεν δε ότι όλοι οι εργάται της Κέρκυρας θα νοιώσουν βαθιά το Θεοτόκη, θα καταλάβουν τι μέγας θησαυρός ευρίσκεται κρυμμένος, τον οποίον με πάσα θυσία υποχρεούνται να τον ανεύρουν, να τον καταχτήσουν και να τον οικειοποιηθούν». Λίγο μετά, σύμφωνα με τον «Εργάτη», σε εργατική – σοσιαλιστική εκδήλωση στην κεντρική πλατεία της πόλης οι συγκεντρωμένοι ξεπέρασαν τους 3.000 και η Φιλαρμονική του χωριού Γαστούρι είχε πάρει μέρος σε σχετικές εκδηλώσεις.

Το έργο του Θεοτόκη «Η τιμή και το χρήμα» με χαρακτικά του Ζαβιτζιάνου το 1914 δεν ανέδειξε μόνο την ανάδυση και τα ταξικά δεσμά της εργατικής τάξης στο καπιταλιστικό σύστημα. Ούτε μόνο τις αρετές διαρκώς αυξανόμενης εργατικής τάξης  

Το έργο -που παραλλαγή του με τον τίτλο «Η τιμή της αγάπης» είναι η γυρισμένη σε μεγάλο βαθμό στο παλιό εργοστάσιο «Δεσύλλας» πασίγνωστη κινηματογραφική ταινία- αποτέλεσε επίσης, σύμφωνα με τον Θεοδόση Πυλαρινό, τομή στην ανάλυση των καπιταλιστικών εργασιακών σχέσεων και των συνεπειών τους σε πανελλήνια κλίμακα.   

Έμειναν στην Ιστορία οι στίχοι σονέτου του Θεοτόκη που μέρος τους ο Κορδάτος έβαλε στην «Ιστορία» του και ο Ορέστης Αλεξάκης αποκάλυψε το 1999, δημοσιεύοντάς το ολόκληρο με βάση το πρωτότυπο και χρονολόγηση απ’ τον ίδιο τον Θεοτόκη, πως είχε γραφεί τη χρονιά της ρωσικής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, το 1917:

Σηκώθη τ’ άγιο δίκιο της να λάβει

Όλη η αργατιά με φρόνημα γενναίο

Ισονομίας κηρύχνει νόμο νέο

Και τα δεσμά του πλούτου η ορμή της θραύει

Η σκληρή φτώχεια, η γύμνια, η πείνα παύει

Και με καλούν μύριες φωνές να λέω

Θούριο τραγούδι: σ’ ένα πέλαο πλέω

Με όλον αυτόν τον οργασμό δράσης το Εργατικό Κέντρο Κέρκυρας έγινε το 1918, μαζί με λίγες άλλες αντίστοιχες οργανώσεις, συνιδρυτικό μέλος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας, έστω με θέσεις επαμφοτερίζουσες στο ερώτημα «συνεργασία ή πάλη των τάξεων». Πρωτοπόροι Κερκυραίοι εργάτες συνέβαλαν στην ίδρυση όχι μόνο της ΓΣΕΕ εκείνα τα χρόνια, θυμάται απ’ τις έρευνές του ο 94χρονος Δημήτρης Λιβιεράτος, αλλά και στη γέννηση τεσσάρων τουλάχιστον κλαδικών εργατοϋπαλληλικών Ομοσπονδιών: η Ομοσπονδία των βυρσοδεψεργατών είχε συνιδρυτικό μέλος το κλαδικό κερκυραϊκό σωματείο, η Ομοσπονδία εργατών Τύπου τα τοπικά ξεχωριστά κλαδικά σωματεία των τυπογράφων και λιθογράφων, η Ομοσπονδία Αρτοεργατών, Μυλεργατών και Μακαρονοποιών και η Ομοσπονδία Υποδηματεργατών τα αντίστοιχα σωματεία. Τότε ο Άγις Στίνας είχε ηγηθεί απεργίας των Κερκυραίων εργατών γης στην περιοχή των χωριών του βουνού Παντοκράτορας.   

Οι εργάτες και οι εργάτριες στο μεγάλο λιθογραφείο «Ασπιώτη», σύμφωνα με τον Λιβιεράτο, πρωτοπορούσαν. Απ’ τα βάσανά κι απ’ τα πολλά εργατικά ατυχήματα που συνέβαιναν διασώθηκε άλλωστε το γνωστό τραγούδι που μιλάει για «τ’ Ασπιώτη τα χαρτιά» με στίχους όπως αυτοί:

Κι άμα σε πάρ’ η ρόδα,

βάλε μου μια φωνή.

Ν’ ακούσει ο επιστάτης,

να σβήσ’ η μηχανή.

Ο αθηναϊκός «Ριζοσπάστης» είχε δημοσιεύσει πολύ χαρακτηριστική σχετική ανταπόκριση, το 1933, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, για την απόλυση λιθογράφου που ονομαζόταν Σπύρος Πινιατώρος:   

«Ύστερα από αρκετούς μήνες ανεργίας κατώρθωσε να επαναπροσληφθεί στο εργοστάσιο. Η εταιρία όμως του είπε πως

θα δουλέψει με το μισό μεροκάματο κι’ αυτός δέχτηκε γιατί τον είχε τσακίσει η ανεργία. Δεν πέρασαν λίγες μέρες κι εκεί που δούλευε τον άρπαξε ένα μηχάνημα και τον τραυμάτισε βαρειά στο μπράτσο. Τον πήγαν στο νοσοκομείο κι απ’ την αδιαφορία που έδειξε η εταιρία για τη θεραπεία του, δηλητηριάστηκε

το αίμα του, κι έτσι προχτές πέθανε ο δυστυχισμένος Πινιατώρος».

Δεν ήταν μόνο οι εργάτες και υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα που σε δύσκολες συνθήκες στην Κέρκυρα οργανώθηκαν συνδικαλιστικά και πύκνωσαν τις τάξεις των σωματείων τους.

Το 1924 ήταν μια χρονιά που σημαδεύτηκε από μεγάλες εργατικές και αγροτικές κινητοποιήσεις στην Κέρκυρα και οι Αρχές αντιδρούσαν με απαγορεύσεις συγκεντρώσεων και διαδόσεις ότι δήθεν σχεδιαζόταν «κομμουνιστική επανάσταση». Εκείνη τη χρονιά, όπως προκύπτει από το εικονιζόμενο Καταστατικό του, ιδρύθηκε Σύδεσμος δημοσίων υπαλλήλων της Κέρκυρας. Στην οργάνωση του εργαζόμενου λαού, μαζί και των προσφύγων, μετά την τυχοδιωκτική Μικρασιατική εκστρατεία, αλλά και στη διάρκειά της, συνέβαλαν στην Κέρκυρα και οι εφημερίδες «Εργατική» και «Κομμουνιστικό Βήμα»

Εκρηκτικά ήταν τα προβλήματα της εργατικής τάξης του νησιού, που με τον τίτλο «Ο αγών των εργατών Κέρκυρας / Εργάζονται υπό τους πλέον φρικτούς όρους», με κείμενο που είχε συντάξει εργάτης-ανταποκριτής παρουσίασε ο «Ριζοσπάστης» τις 13 Νοεμβρίου 1926. Αντιμέτωπο με ποικίλες διώξεις, το εργατικό κίνημα στο νησί επήγαινε «ομπρός οπίσω».

Δύο χρόνια μετά, το 1928, καθώς στη Βουλή η κυβέρνηση Βενιζέλου προωθεί την ψήφιση του αντεργατικού-αντικομμουνιστικού λεγόμενου «Ιδιώνυμου», πολλά σωματεία υψώνουν το ανάστημά τους και τηλεγραφούν στην Αθήνα: «Κατά προετοιμαζομένην ψήφισιν νομοσχεδίου περί διώξεως του κομμουνισμού, αποβλέποντος εις την τρομοκράτησιν της εργατικής τάξεως Ελλάδος, αγωνιζομένης νομίμως προς βελτίωσιν της εν γένει καταστάσεως αυτής και εξασφάλισιν των συνδικαλιστικών της ελευθεριών, τα διοικητικά συμβούλια και οι αντιπρόσωποι των εργατικών σωματείων Κερκύρας διαμαρτύρονται, δηλούντα ότι η εργατική τάξις σύσσωμος θα αγωνισθή κατά του νομοσχεδίου τούτου, διά την μη ψήφισιν αυτού».    

Το 1930, τις 14 Μαρτίου, έγραφε ο «Ριζοσπάστης»: «Καθημερινά συλλαμβάνουν εργάτες, τους οποίους υποβάλλουν σε έρευνα και απειλούν με εξορία και φυλακίσεις».

Στους Παξούς και στα Αντικύθηρα εκτοπίστηκαν με αυτόν το νόμο το 1932, όπως έχει στοιχειοθετήσει ο Γιάννης Δόικας, πρωτοπόροι εργάτες και κομμουνιστές αγωνιστές. Όπως όμως και στα Κύθηρα ναυτεργάτες και άλλοι εργάτες έμπαιναν μπροστά και κινητοποιούσαν για τα λαϊκά δικαιώματα τον αγροτικό κόσμο, το ίδιο συνέβη και στους Παξούς. Παξινοί εργάτες-μέλη της κερκυραϊκής «Εργατικής Βοήθειας» έγιναν πρωτοπόροι στη συγκρότηση οργάνωσης των ελαιοπαραγωγών. Είναι καταγεγραμμένη εξάλλου η λειτουργία «Πανεργατικής Ένωσης Παξών» το 1936.

Στη Λευκάδα, στην περιοχή της Εγκλουβής, τις 2 του Μάη το 1934 είχε γιορταστεί τόσο δυναμικά η Πρωτομαγιά που νέα απ’ την εκδήλωση αυτή μαζί με πληροφορίες από άλλες πόλεις δημοσιεύτηκαν, όπως ο Φίλιππος Κολυβάς έχει εντοπίσει, στην πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» της επομένης.

Πρωταγωνιστής της εκδήλωσης ήταν ο Κωστάκης Κοντογεώργης, επικεφαλής του «Ενιαίου Μετώπου Εργατών – Αγροτών» στη Λευκάδα όπου κυκλοφορούσε η εφημερίδα «Εργατοαγροτική Λευκάδα».

Στα 1933-1934 υπήρχαν ήδη ή ιδρύθηκαν τότε στο νησί, σύμφωνα με τον Κολυβά, σωματεία και σύλλογοι κτιστοξυλουργών, ιδιωτικών υπαλλήλων, αμαξοκαραγωγέων και υποδηματεργατών που το 1934 είχαν οργανώσει πολυήμερη απεργία. Και όχι μόνον αυτά.

Το πρώτο μάλλον στο νησί είχε ιδρυθεί το 1920 και ήταν -εδώ απόσπασμα πρακτικού του απ’ τον Μάιο του 1935- των εργατών του λιμανιού της πόλης.    

Κάθε φορά οι κινητοποιήσεις των εργατών της Κέρκυρας για τα δικαιώματά τους και συνδικαλιστικές ελευθερίες αποτελούσαν «αδικαιολόγητον στάσιν», όπως αναφέρει και αυτό το έγγραφο, ένα από 53 έγγραφα του Αρχείου του Εργατικού Κέντρου Κέρκυρας που φωτογραφήθηκαν για την παρούσα έρευνα. Το υπογράφει η «πτωχή» βιομηχανία «Ελαιουργία Κέρκυρας» που το 1934 είχε απολύσει τους συνδικαλιστές.

Εδώ αχρονολόγητη κατάσταση εργοστασίων του νομού από τα αρχεία του Εργατικού Κέντρου.

Ήταν δεκάδες τα σωματεία και κάλυπταν όλους σχεδόν τους κλάδους εργασίας.

Το 1933 είχε ιδρυθεί σωματείο χαρτεργατών σε βιομηχανίες χάρτου του νησιού.

Έγγραφο του Εργατικού Κέντρου Κέρκυρας από το 1931.

Να από τότε περίπου και το πρώτο καταστατικό του συνδέσμου ηλεκτροτεχνιτών του νησιού.

Το 1936 ιδρύθηκε το μεγαλύτερο εδώ και πολλά χρόνια εργατικό σωματείο της Επτανήσου, αυτό των ξενοδοχοϋπαλλήλων της Κέρκυρας. Ονομαζόταν «Σύνδεσμος υπαλλήλων ξενοδοχείων ύπνου – διερμηνέων – ξεναγών».

Από τα πρώτα εργατικά σωματεία-μέλη του Εργατικού Κέντρου του νησιού ήταν το «Σωματείο φορτοεκφορτωτών και μεταφορέων σίτου, άνθρακος, ελαιοπυρήνων και παντός είδους εμπορεύματος λιμένος Κερκύρας».

Από το λιμάνι της Κέρκυρας κυρίως, όπως κι απ’ τις οργανώσεις των ναυτεργατών των νησιών και κατά κύριο λόγο απ’ την Κεφαλονιά, απ’ όπου καταγόταν ο υμνητής της ναυτοσύνης επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών ποιητής Νίκος Καββαδίας, εξεπήδησαν ηρωικοί Επτανήσιοι συνδικαλιστές και αγωνιστές πανελλήνιας εμβέλειας.

Στο λιμάνι της Κέρκυρας τη δεκαετία του 1930 είχε κάνει τα πρώτα του εργατικά και συνδικαλιστικά βήματα ο γεννημένος στους Παξούς και μεγαλωμένος στην Κέρκυρα Σπύρος Καλοδίκης, εμπνευστής και «ψυχή» του Εργατικού ΕΑΜ της Αθήνας. Δολοφονήθηκε το 1947. Ήταν ο ίδιος στην Αθήνα αυτός που, ενώ τα χιτλερικά τανκς εβάδιζαν στην Ακρόπολη, ως επικεφαλής της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ οργάνωσε συγκέντρωση στην πλατεία Ομόνοιας δίνοντας το «σήμα» της Εθνικής Αντίστασης του λαού μας.  

Στο ίδιο αυτό λιμάνι πρωτοδούλεψε κι έδρασε συνδικαλιστικά ο κατοπινός πρόεδρος του σωματείου οικοδόμων Κέρκυρας μετά τη Χούντα κομμουνιστής Τάσος Παπίρης, που εστάλθηκε συνολικά περίπου 78 μήνες στη Μακρόνησο και στη Γυάρο.   

Επρωτοστάτησαν τότε στο ελληνικό ναυτεργατικό κίνημα ο εικονιζόμενος πρώτος αριστερά αγωνιστής-κομμουνιστής Αντώνης Αμπατιέλος και ο εικονιζόμενος τρίτος δεξιά ομοϊδεάτης του Μιχάλης Μάστορας. Κατάγονταν απ’ την Κεφαλονιά ο πρώτος και απ’ τους Παξούς ο δεύτερος και δικάστηκαν σε βαριές ποινές στη γνωστή δίκη της Ομοσπονδίας Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων, απ’ όπου και η φωτογραφία, το 1948.

Με τη θάλασσα, με το Ιόνιο Πέλαγος, με έναν κλάδο εργαζομένων που εζούσε μ’ όλη την αρμύρα της θάλασσάς μας, για να γυρίσουμε τώρα πολύ πίσω ως τα τέλη του 18ου αιώνα,  συνδέεται εξάλλου το πρώτο γνωστό υπόμνημα στα Επτάνησα σχετικά με τους όρους εργασίας.

Το διέσωσε αναγράφοντάς το όλο σε βιβλίο του για την Ιστορία της Επτανήσου ο συντάκτης του περίφημου «Ύμνου των Ριζοσπαστών» της Επτανήσου τα χρόνια της αγγλικής κυριαρχίας Γεράσιμος Μαυρογιάννης. 

Αφορούσε πλευρά των όρων εργασίας στις αλυκές άλατος και συντάχθηκε στην περιοχή της Λευκίμμης στη νότια Κέρκυρα το 1797, όταν στα Επτάνησα έκαναν «κουμάντο» οι Γάλλοι Δημοκρατικοί με εντολές του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και διέδιδαν ακόμη με ανατρεπτικές διακηρύξεις τις ιδέες της αστικής Γαλλικής Επανάστασης. Απευθυνόταν στον Γάλλο διοικητή Γεντιλί και ζητούσε την κατάργηση των αγγαρειών δίκην δωρεάν εργασίας που επαχθώς από τα χρόνια των Βενετών υποχρεώνονταν εργαζόμενοι και κάτοικοι να κάνουν στις δημόσιες αλλά μισθωμένες σε ιδιώτες αλυκές της Λευκίμμης!

Να, τηρώντας την ορθογραφία και στίξη του υπομνήματος, τι έλεγε το ιστορικό αυτό κείμενο των προγόνων μας κατοίκων της Λευκίμμης:

«Κριτά δικεότατε και αυθέντα ημον. μένοντες πολά ευχαριστημένη οι κάτωθεν ιπογεγραμενη δία τιν ελευθερίαν την οπίαν ο αυθέντις ημον και καλός πατέρας ήφερε και εκίριξε τοσον μεσα ης την χόραν τον κοριφον, όσον και ης τα μπόργα και τα λιπα χορια του νισιου, ης τουτο μόνον λιπούντε και βαρένοντε οπου βλέπουσι τους συμπολιτας τους σινναδελφους τους ισοτιμους και εελυθερους ητι τους μουνιτσιπαλισταδες να πασχοντε με τροπους βαρετους και μη αρεσκούμενους να ιποχρεονουσι πάλιν καθος και προτερον τους ανθρωπους του αλευχιου ης τιν βιασμένην δουλευσιν τον αλικιον. και κανουν ενα πραγμα ασιμφονον και αναρμοστον ης τα αυθεντικά προστάγματα, τα οπια κιριτουσι με ελευθεραν φονίν τιν ελευθεριαν και ισοτιμιαν γενικν ης ολους ωσαν να μην ηθελεν ακουσουν αυτη ταις αυφεντικες προσταγες. και τουτο μας εγινε φανερον με το προκλαμο μεταγλοτισμενον απο ιταλικον ης απλον ρομαικον κιριγμενον με το χτυπον του ταμπουρλου ης τα ψορια του αλευκιου δομένο από το Κομιτατο τις ηκονομιας 25 Ιουλίου 1797 ε.π. χρονος προτος τις ελευθεριας τον Κοριφον και ιπογραμενον απο τον προσιντεντε Κοσταντινον Πολιτιν, ης το τεταρτον και πεμπτον κεφαλεον με ετουτες τες διογμενες λεξες και αφανισμενες οπου προσκαλουν τιν υποχρεοσιν και τιν δουλευσιν τις υποταγις. Εχοντες λιπον ημις τιν βεβεοσιν απο αλο πρότερον προκλαμο, σιμιομενο 8 Ιουλίου 1797 απο τιν ικιαν τις μουνιτζιπαλιτας οπου κραζι τον λαον δια να γιρεβι το καθολικον καλον. προστρεχομεν τορα ης τιν φιλανθροπιαν σου ευσπλαχνικοτατε κριτα και γιρεύομεν τιν ελευθεριαν οπου μας εχαρισες, δια να ινε παντελος κομενι η αλισος τις τιραννιας και ιποταγις».

Για το θέμα αυτό, μεταξύ άλλων, όπως μαρτυρεί σωζόμενο στα Αρχεία Κέρκυρας έγγραφο συνταγμένο στην ιταλική γλώσσα, είχε εκδοθεί Προκήρυξη του «Δημαρχείου» της πόλης για την αντιμετώπιση του θέματος με στόχο την ολοκληρωτική κατάργηση των αγγαρειών.

Τα βάσανα εκείνα των εργαζομένων με τη«βιασμένη δούλευση» στις αλυκές της Κέρκυρας και ειδικότερα σ’ αυτές της Λευκίμμης, που αποτελούν πια ιστορικό και διατηρητέο χώρο, περιέγραψε ο Τέλλος Πανδής το 2009 σε ποιητική συλλογή του με τον τίτλο-πρόταση να στηθεί «Αλυκαραίων τρόπαιο».

Θαλασσινός, ένας απλός ναύτης εμπορικού πλοίου, ήταν εξάλλου ο πιο γνωστός για τον ηρωισμό του Επτανήσιος αγωνιστής-νεκρός στην εθνικοαπελευθερωτική αστική Επανάσταση του 1821.

Ήταν ο πυρπολητής οθωμανικών πλοίων Γιώργος Ανεμογιάννης απ’ το νησί των Παξών, που ο Δημήτρης Φωτιάδης έγραψε ότι το όνομά του πρέπει να αναφέρεται μαζί με τον αδελφό του Αισχύλου, τον Κυναίγειρο, ο οποίος επιχείρησε μετά τη μάχη του Μαραθώνα να κρατήσει με τα χέρια του τα Περσικά πλοία. 

Στον αντίποδα εκείνου του ηρωισμού, την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πριν από την Κατοχή και στη διάρκειά της εβγήκε στην επιφάνεια, στην Κέρκυρα, όλος ο εκπεσμός και όλη η ξετσιπωσιά όπου μπορούν να φτάνουν οι συνδικαλιστές-υπηρέτες του αστικού κράτους και μεγαλεργοδοτών ως ποστηρικτές της ταξικής συνεργασίας και, πολύ περισσότερο, οι φασίστες, στρεφόμενοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εναντίον της εργατικής τάξης. Συνδικαλιστής-εγκάθετος από το μεταξικό καθεστώς της ωμής δικτατορίας του Κεφαλονίτη στρατιωτικού και πολιτικού Ιωάννη Μεταξά, που αντιπρόεδρο της δικτατορίας του είχε τον

Κερκυραίο βενιζελικό πολιτικό Κωνσταντίνο Ζαβιτζιάνο, εισηγητή του γνωστού ως «Ιδιώνυμο» νόμου για τη δίωξη των κοινωνικών αγωνιστών το 1929, τοποθετήθηκε από τους Ιταλούς κατακτητές Νομάρχης του νησιού. Επρόκειτο για τον μεταξικό δοτό πρόεδρο του σωματείου φορτοεκφορτωτών του λιμανιού και δοτό πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου των 46 σωματείων της Κέρκυρας Ιούλιο Σκούρα, καθώς δεκάδες δημοκράτες συνδικαλιστές και προπάντων κομμουνιστές είχαν παυθεί από τις θέσεις τους. Άλλος μεταξικός συνδικαλιστής-διευθυντής στην εταιρεία «Ασπιώτη», ο Νίκος Πασιόκας, επίσης διορίστηκε από αυτούς δήμαρχος της Κέρκυρας, σε μιαν ακόμη προσπάθεια προσεταιρισμού και υποταγής της εργατικής τάξης που είχε πυκνώσει τις γραμμές του ΕΑΜ.

Το Εργατικό Κέντρο του νησιού, όπως κοσμίως γίνεται φανερό και στο σχετικό έγγραφο του έτους 1942 με υπογραφή του εγκάθετου Νομάρχη-προέδρου, είχε τεθεί κυριολεκτικά στην υπηρεσία των κατακτητών και εξέφραζε κάθε τόσο, όπως έκαναν και μεγαλοβιομήχανοι πιο διακριτικά, ευχές, συγχαρητήρια και ευγνωμοσύνη στον αποτρόπαιο Ιταλό διοικητή Παρίνι που προωθούσε την πλήρη «ιταλοποίηση» του νησιού και την υπαγωγή όλων των νησιών μας στο φασιστικό ιταλικό κράτος!

Σε συνθήκες αιματηρών διώξεων την Πρωτομαγιά του 1945 έγινε στην Κέρκυρα μεγάλη πορεία που πέρασε, όπως φαίνεται στη φωτογραφία, απ’ το παλαιό λιμάνι και τα Μουράγια της πόλης.

Επικεφαλής του Εργατικού Κέντρου στην πρώτη θέση του ως Γραμματέας του, μετά την εκδίωξη από τους εργάτες των συνδικαλιστών-δοσίλογων των κατακτητών και τη διενέργεια νέων εκλογών, ήταν πια ο κομμουνιστής μηχανικός συνεργείου αυτοκινήτων Γιώργος Τζήλιος, που δεν θ’ αργούσε να συλληφθεί και να φυλακιστεί, όπως συνέβη αργότερα και επί Χούντας το 1967. Στη διάρκεια της Κατοχής, σε ψηφοφορία που με μεγάλη επιτυχία οργάνωσε το ΕΑΜ κάτω από τη μύτη των κατακτητών, είχε εκλεγεί εθνοσύμβουλος για τη «Βουλή του Βουνού».

Στη μεγάλη, οργανωμένη απ’ το ΕΑΜ -και χτυπημένη με πραγματικά πυρά από κρατικά, παρακρατικά και ΕΔΕΣίτικα όπλα- συγκέντρωση του λαού του νησιού αμέσως μετά την απελευθέρωσή του, τις 11 Οκτωβρίου 1944, όπως μαρτυρεί σχετική γραπτή αναφορά οι εργάτες προσήλθαν οργανωμένα με τη σημαία του Εργατικού Κέντρου τους, καθώς οι δοσίλογοι συνδικαλιστές εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και κρύβονταν. Ένας τραπεζοϋπάλληλος που νωρίτερα ήταν φυλακισμένος στη μαρτυρική νησίδα Λαζαρέτο μεταφερμένος εκεί απ’ το στρατόπεδο της Ακροναυπλίας, ο Βασίλης Άνθης, ήταν επικεφαλής της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Κέρκυρας που είχε οργανώσει αιματηρή επιχείρηση διάσωσης εγκαταστάσεων της πόλης από σχέδια καταστροφών από τους Ναζί κατά την αποχώρησή τους απ’ το νησί. Το 1943 ο λαός της Κέρκυρας είχε απελευθερώσει από το Λαζαρέτο και είχε περιθάλψει φυλακισμένους στο Λαζαρέτο πρωτοπόρους Έλληνες αγωνιστές του εργατικού κινήματος, όπως ο μετέπειτα πρόεδρος του ΚΚΕ καπνεργάτης Απόστολος Γκρόζος.   

Οι εργαζόμενοι στην Κεφαλονιά και την Ιθάκη επλήρωσαν βαρύτατο φόρο αίματος στη διάρκεια της Κατοχής. Ενώ βασανίστηκε άγρια ο πρώην πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου τους Σοφιανός Βαλεντής, εκτελέστηκαν τελικά από τους κατακτητές και δήθεν «αντιστασιακούς» συνεργάτες τους οι εργάτες-στελέχη σωματείων και του Εργατικού Κέντρου Τάκης Ανδρεάτος, Άγγελος Βέλλας, Νίκος Βλάχος, Χαρίλαος Βοντετσιάνος, Διονύσης Διβάρης, Γρηγόρης Μαλμουζιάν, Ντίνος Παγουλάτος, Στάθης Πατσαλιάς, Σπύρος Σκλαβουνάκης, Γεράσιμος Στεφανίτσης. Μαζί και δύο πρόεδροι του Εργατικού Κέντρου στη διάρκεια του 1944.

Από τους Γερμανούς ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Σπύρος Μπουρμπούλης.

Από Ναζί και Έλληνες συνεργάτες τους τον Ιούνιο του 1944, οπότε ανέλαβε πρόεδρος ο Μπουρμπούλης, εκτελέστηκε ο επίσης πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Χριστόφορος Παπανικολάτος. 

Η επηρεασμένη από σοσιαλιστικές ιδέες εργατική οργανωτική ανάπτυξη στην Κεφαλονιά, σύμφωνα με τον Πετράτο, εκφράστηκε αρχικά στα 1892-1894 με σύνδεση είκοσι ανθρώπων με τον αθηναϊκό σύλλογο του Καλλέργη. Ένα πρώτο άτυπο Εργατικό Κέντρο έκανε την εμφάνισή του τον Μάη του 1910, με τον ράφτη Σπύρο Αρσένη -που θα ταχθεί αργότερα με το ΣΕΚΕ/ΚΚΕ μαζί με συνεργάτες του Μαρίνου Αντύπα- να πρωταγωνιστεί, μαζί με τον Μαζαράκη και τον νομικό Κώστα Δεστούνη που θα αντιμετωπίσει για τον λόγο αυτό δικαστικές διώξεις στην Κέρκυρα. Στα χρόνια 1920-1935 μετά τη σύσταση εργατικών σωματείων, αυτά των οικοδόμων, των αρτεργατών και των τσαγκαράδων του Αργοστολιού, λιμενεργατών, εργατών οδοποιίας και τυρεργατών σε άλλες περιοχές του νησιού ανέπτυξαν διάφορες απεργιακές και άλλες κινητοποιήσεις με πολλά και διαφορετικά αιτήματα. Ξεχώρισε ανάμεσα στους πρωτοπόρους συνδικαλιστές ο πρόεδρος των αρτεργατών Κυριάκος Κυριακάτος. Σε απεργία τους είχαν καταλάβει γέφυρα για να εμποδίσουν κάθοδο απεργοσπαστών. Το 1933 συνελήφθησαν στο Ληξούρι από την Αστυνομία άλλοι απεργοί του κλάδου.

Το 1928, μετά από απεργία των τσαγκαράδων απολύθηκαν τέσσερις πρωτεργάτες της, μεταξύ των οποίων και ο σπουδαίος αγωνιστής-κομμουνιστής τσαγκάρης Γεράσιμος Αντωνάτος που φυλακίστηκε αργότερα και στο νησάκι Λαζαρέτο της Κέρκυρας. Ο ίδιος άφησε μια συγκλονιστική περιγραφή για τα βάσανα των οικοδόμων της Κεφαλονιάςπου έφτιαξαν το σωματείο τους το 1928 με επικεφαλής τον Νίκο Μηλάτο: «Οι οικοδόμοι ήταν κάτω από τη βαριά καταπίεση των εργολάβων (…) Ούτε οχτάωρο, ούτε ταμείο ασφάλισης, ούτε γιατρός, ούτε φάρμακα, ούτε σύνταξη (…) Όλα δουλεύονταν με το χέρι και τον ώμο (…) Αυτοί οι εργάτες δουλεύουν από ήλιο σε ήλιο». Η απάντηση που πήραν κάποιοι όταν ζήτησαν από κατασκευαστικό γραφείο καλύτερο μεροκάματο ήταν «Αν θέλετε κάτσετε, αν θέλετε φύγετε παλιομπολσεβίκοι»!

Το Εργατικό Κέντρο Αργοστολιού, το πρώτο στο νησί με «ψυχή» του τα σωματεία οικοδόμων και τσαγκαράδων, πρωτοστεγάστηκε στην πλατεία Καμπάνας. Αλλά οι εργάτες αντιμετώπιζαν απειλές για φυλάκιση, για εξορία! Το 1928, σε μια νέα προσπάθεια, συγκροτήθηκε πια το Εργατικό Κέντρο Κεφαλονιάς – Ιθάκης. Τρία χρόνια μετά, το 1931, στελέχη του εκτοπίστηκαν έξω απ’ το νησί. Με απειλές και βία όλα τα σωματεία και το Εργατικό Κέντρο πέρασαν στον βάρβαρο έλεγχο της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά το 1936. Αλλά ο αγώνας και τότε και την περίοδο της Κατοχής, όταν οι κατακτητές εγκατέστησαν στο Εργατικό Κέντρο τους μεταξικούς συνδικαλιστές, δεν έπαυσε! Τον Ιανουάριο του  1944 αναδείχθηκε δημοκρατική-αγωνιστική διοίκηση του Κέντρου με επικεφαλής τους ΕΑΜίτες Χριστόφορο Παπανικολάτο και Αντώνη Τζουγανάτο που αγωνίστηκε για την επιβίωση του εργατόκοσμου.

Το 1945 έγινε πραγματική «λεηλασία» σε εργατικά αρχεία του νησιού, όπως βεβαιώνει το σχετικό έγγραφο του σωματείου αρτεργατών της Κεφαλονιάς. Λίγα πράγματα διασώθηκαν για τη δράση του, ενώ ήταν από τα παλαιότερα του νησιού.

Μέσα από τους αγώνες εκείνης της περιόδου αναδείχθηκε στην Κέρκυρα η κορυφαία ίσως Επτανήσια αγωνίστρια εργάτρια-συνδικαλίστρια των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών. Γιολάντα Σκέμπρη το όνομά της.

Δούλευε σε μεγάλο εργοστάσιο ταπητουργίας Βρετανού προξένου στα Επτάνησα. Πρόεδρος του σωματείου των εργαζομένων σ’ αυτό. Το 1967 οδηγήθηκε στη Γυάρο. 

Το σωματείο των οικοδόμων που έχτισαν τη σύγχρονη Κέρκυρα και αποτέλεσε επί δεκαετίες μετά τον Μεγάλο Πόλεμο μέχρι και το 1980 την ισχυρότερη λαϊκή συνδικαλιστική δύναμη του νησιού, με μοναδικές σε όγκο διαδηλώσεις πριν τις ξεπεράσουν αυτές των ξενοδοχοϋπαλλήλων, είναι παλαιότερο απ’ όσο γνωρίζαμε. Ιδρύθηκε, όπως βεβαιώνει σφραγίδα του, το 1918. Ονομαζόταν «Σύνδεσμος τεχνιτών και εργατών οικοδομών».  Το 1945 έλαβε τρόφιμα από τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό για τα μέλη του.

Ανάλογη βοήθεια είχε ζητήσει τότε, μαζί με άλλα σωματεία, το σωματείο οδοκαθαριστών.

Αρχειακά υλικά του Εργατικού Κέντρου, όπως βεβαιώνει το έγγραφο αυτό του σωματείου συνταξιούχων αρτεργατών που είχε ιδρυθεί το 1936, είχαν καταστραφεί το 1943 από τους χιτλερικούς βομβαρδισμούς.

Σε συνθήκες βίας, ακόμη και η διανομή ειδών βοήθειας του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, όπως υπονοεί σαφώς το έγγραφο του σωματείου μακαρονοποιών, γινόταν με κριτήρια νομιμοφροσύνης, αδιαφανώς.

Το ΕΑΜ της Κέρκυρας, όπως μαρτυρεί και το φύλλο της εφημερίδας του «Φωνή του Λαού» με ημερομηνία 19 Δεκεμβρίου 1945 και διευθυντή τον σκοτωμένο από κρατικά πυρά το 1946 Αλέκο Πρίφτη, συνέχισε να μάχεται θέτοντας στην πρώτη γραμμή των αγώνων του τα προβλήματα και τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Ανέρχονταν σε 3.600, τότε, οι άνεργοι εργάτες και εργάτριες. Πολλή η φτώχεια, η γύμνια, η πείνα, πρώτ’ απ’ όλα για τα 10.000 περίπου μέλη αυτών των οικογενειών. Αλλά με βία υπηρετών τοπικού μεγιστάνα του χρήματος και προδοτών της Εθνικής Αντίστασης «ο λαός και η πρωτοπορία του, η τιμημένη εργατιά, ήταν ο μεγάλος εχθρός»!

Η Αστυνομία απαγόρευε, όπως προκύπτει από σχετικό υπόμνημα στο υπουργείο Εργασίας,  ακόμη και την πραγματοποίηση σύσκεψης των σωματείων.

Μερικά χρόνια αργότερα, στις συνθήκες απηνούς διωγμού της ελεύθερης συνδικαλιστικής έκφρασης, το Εργατικό Κέντρο Κέρκυρας, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι στα αρχεία του έχει εντοπιστεί έγγραφο-επίσημο κείμενο της CIA, είχε ποικίλους δεσμούς άσχετους και εχθρικούς προς τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Στις μέρες μας, φίλες και φίλοι, η Πρωτομαγιά και ο Μάης όλος είναι όχι μόνο γενικά στην Ελλάδα, αλλά και ειδικότερα στα Επτάνησα, για επιπλέον ιδιαίτερους λόγους, μέρα και μήνας μνήμης θυσιών και υπόσχεσης αγώνων.

Επτανήσιοι εργάτες και υπάλληλοι ήταν πέντε από τους 200 κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές που οι Ναζί εκτέλεσαν στην Καισαριανή την Πρωτομαγιά του 1944:

Ο εικονιζόμενος Κώστας Χυτήρης. Κερκυραίος, από το χωριό Κουραμάδες, δάσκαλος. Οδηγήθηκε για εκτέλεση ύστερα από 2.750 συνεχόμενα μερόνυχτα εγκλεισμού του σε φυλακές, τόπους εξορίας και στρατόπεδα συγκέντρωσης κρατουμένων στην Ανάφη, την Ακροναυπλία, τη Λάρισα, το Χαϊδάρι. Ήταν μέλος της διοίκησης της Ομοσπονδίας των δασκάλων. Έζησε 38 χρόνια.  

Ο Κώστας Τζωρτζάτος. Κεφαλονίτης, από τη Σάμη. Μαραγκός. Υποψήφιος βουλευτής στην Αχαΐα, όταν δούλευε εκεί. Έζησε 37 χρόνια.  

Ο Βασίλης Φίλιππας ή Ταμπάνος. Λευκαδίτης. Ιδιωτικός και τραπεζικός υπάλληλος. Το 1932 εξορίστηκε για πρώτη φορά στον Άη Στράτη. Το 1936, πριν συλληφθεί και φυλακιστεί κι εξοριστεί ξανά στη Λευκάδα, την Ανάφη, την Πύλο, την Ακροναυπλία, τη Λάρισα και το Χαϊδάρι, είχε αναλάβει δημοσιογραφικά καθήκοντα στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης». Έζησε 51 χρόνια.  

Ο Γιώργος Θεοφιλόπουλος. Κεφαλονίτης. Λογιστής. Ήταν δεσμώτης στην Ακροναυπλία. Έζησε 32 χρόνια.

Ο εικονιζόμενος Παντελής Ζησιμάτος. Κεφαλονίτης εργαζόμενος, από το χωριό Κοντογουράτα Θηναίας. Από τον Αύγουστο του 1936 μέχρι την εκτέλεσή του ήταν συνεχώς εξόριστος και δεσμώτης στην Ψυτάλλεια, την Ανάφη, την Ακροναυπλία, το Χαϊδάρι. Έζησε 32 χρόνια.

Πέντε από εκείνη την ανυπότακτη πάστα ανθρώπων που εξακολουθούν να βγάζουν τα νησιά μας: όνομα και πράγμα αγωνιστές για τα δίκαια της εργατικής τάξης και όλου του λαού, κομμουνιστές, μαχητές για τη Ζωή και όλα όσα δικαιούμαστε. Πριν τους στήσουν στον τοίχο οι Ναζί εκείνη την πιο αιματοβαμμένη ελληνική Πρωτομαγιά του 1944, τους είχαν κάνει τον βίο αβίωτο οι Έλληνες κρατούντες της εποχής που τους παρέδωσαν κιόλας, τελικά, στους κατακτητές.

Στην Κεφαλονιά έχουμε, επιπλέον, έναν άλλο ιδιαίτερο σημαντικό λόγο να τιμούμε δεόντως εκείνη την ιερή στον αιώνα τον άπαντα ματωμένη Πρωτομαγιά του 1944. Την ίδια μέρα οι Ναζί εκτέλεσαν στο Αργοστόλι τους αγωνιστές του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και της ΕΠΟΝ Ερωτόκριτο Μπάλλα, Αριστομένη Μιχαλάτο, Γιάννη Μουρίκη, Δημήτρη Μπάλλα, Γιάννη Γρηγοράτο και Πέτρο Μιχαλάτο.

Ο τελευταίος, ο εικονιζόμενος εδώ σε μικρότερη ηλικία, ήταν μόλις 18 ετών και είχε συλληφθεί, όπως και άλλοι αγωνιστές, στο μαρτυρικό χωριό Μουζακάτα Σάμης. Ο Λουκάτος, συγκρατούμενός του τότε, διέσωσε τούτο το γεγονός: «Από το διπλανό κελί έβγαλαν το ηρωικό παλικάρι Πέτρο, που πέρασε μπροστά από το δικό μου κελί κρατώντας το μπόγο με τα προσωπικά του πράγματα και περπατώντας δύσκολα γιατί υπέφερε από το πόδι. Περνώντας μπροστά από το κελί μου κοντοστάθηκε, με κοίταξε μέσα από το φεγγίτη της πόρτας του κελιού και φώναξε…». Να τι: «Είμαι περήφανος γιατί γεννήθηκα Έλληνας και γιατί πεθαίνω ΕΠΟΝίτης».

Μάη μήνα, σαν τη Μέρα του φετινού γιορτασμού της Πρωτομαγιάς, πριν από εβδομήντα οκτώ χρόνια, στις 6 Μάη του 1943, έπεσε νεκρός στη Λευκίμμη από πυρά των Ιταλών κατακτητών ο πρωτοπόρος ναυτεργάτης αγωνιστής Οδυσσέας Κοτινάς, εξόριστος νωρίτερα στην Ανάφη.    

Μήνα Μάη, το 1947, στο κερκυραϊκό νησάκι Λαζαρέτο, στον πιο ένδοξο ίσως τόπο εργατικής γενναιότητας και περηφάνειας σ’ όλα τα Επτάνησα, εγκαινιάστηκαν οι δεκάδες εκτελέσεις εργατών κυρίως και άλλων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, κομμουνιστών πολιτικών κρατούμενων στις φυλακές της Κέρκυρας, με πρώτο θύμα τον 23χρονο Πολύβιο Κολοβό. Τον Μάη του 1948 εκτελέστηκαν εκεί τις 10 του μηνός ο 32χρονος Γιώργος Βασιληάς, ο 27χρονος Γιώργος Κατσιμίχας, ο 32χρονος Παναγιώτης Ταξιάρχης. Τον Μάη του 1949 εκτελέστηκαν εκεί τις 4 του μηνός ο 25χρονος Κοσμάς Κυριακίδης και τις 16 του μηνός ο 45χρονος Μιχάλης Γιαννάτος, ο 22χρονος Παναγιώτης Κελεμπεσιώτης, ο 36χρονος Γεράσιμος Μοντεσάντος, ο 45χρονος Κώστας Μπάλλας, ο 21χρονος Θεόδωρος Παπαδημητρίου, ο 45χρονος Νίκος Χαλδάς, ο 33χρονος Αλέκος Χιόνης.   

Έναν Μάη πριν από ογδόντα πέντε χρόνια, το 1936, όταν ξεσηκώθηκε η εργατική τάξη στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα στη Μακεδονία και μετά σε όλη τη χώρα, έγινε ο μεγαλύτερος ίσως από ποτέ ίσαμε σήμερα εργατικός-λαϊκός ξεσηκωμός στα Επτάνησα για τα δίκαια της εργατικής τάξης και του λαού. Οι κινητοποιήσεις αγκάλιασαν λίγο-πολύ όλα τα νησιά και ο σηκωμός ειδικότερα στην Κέρκυρα, με λαϊκή συμμαχία εργατών και υπαλλήλων, αγροτών κι επαγγελματιών, λαού και νεολαίας, οδήγησε σε τεράστια συγκέντρωση στο κέντρο της πόλης, όπως είχε υπολογιστεί, σχεδόν, 12.000 διαδηλωτών. Την Τετάρτη 13 του Μάη 1936 είχε γίνει «παλλαϊκή απεργία» και διαδήλωση, με συγκρούσεις με την Αστυνομία, όπως είχε γράψει ο «Ριζοσπάστης». Δεν υπήρξε νεκρός, αλλά η διαδήλωση δεν ήταν αναίμακτη. Καταμετρήθηκαν, τελικά, 27 τραυματισμένοι διαδηλωτές. Ακολούθησαν την επόμενη μέρα Πέμπτη 14 του Μάη 1946 νέα πανεργατική απεργία, νέα πορεία, νέες έντονες συγκρούσεις με την Αστυνομία, με πολλούς νέους τραυματισμένους διαδηλωτές.        

Την Πρωτομαγιά του 1942 μαθητές γυμνασίων, κυρίως του Αργοστολιού, είχαν προχωρήσει σε αποχή από τα μαθήματα και πολλοί οδηγήθηκαν από τον κατακτητή σε κρατητήρια επειδή τραγουδούσαν πρωτομαγιάτικα και πατριωτικά τραγούδια.

Η Πρωτομαγιά και ο Μάης, λοιπόν, για πολλούς λόγους είναι έννοιες πολύ στενά δεμένες με τα Ιόνια νησιά μας από πολύ παλιά.

Είναι ευτύχημα το ότι αρκετοί εκπαιδευτικοί στα νησιά μας, όπως και στα άλλοτε μέρος της Επτανήσου μακρινά Κύθηρα, στο χωριό Ποταμός, οργανώνουν μαθητικούς διαγωνισμούς με θέμα «Εργατική Πρωτομαγιά». Από μικρούς μαθητές του χωριού αυτού προέρχεται η ζωγραφιά/δημιουργία της φωτογραφίας με στίχους από το ξεχωριστό σολωμικό ποίημα «Πρωτομαγιά» για τη χάρη της. Συμπλήρωσε άλλες δημιουργίες, διεκδικητικές και άλλες για έναν Κόσμο χωρίς πολέμους, με τους λαούς συναδελφωμένους, σε διαγωνισμό το 2018.

Πλούσια, πολύμορφη, φίλες και φίλοι, είναι πραγματικά και η πνευματική δημιουργία στα Επτάνησα για την Πρωτομαγιά, από όλες τις απόψεις.

Θα αρκεστούμε να προσθέσουμε ότι το 1926 

στο ίδιο το Σικάγο των ΗΠΑ, τον τόπο της θυσίας την Πρωτομαγιά του 1886, ένας σπουδαίος Κερκυραίος συνθέτης με κεφαλονίτικες ρίζες, ο Σπύρος Μπεκατώρος -που οι «New York Times» είχαν αφιερώσει στήλες τους στον θάνατό του- είχε μελοποιήσει, είχε διασκευάσει κι ενορχηστρώσει εκ νέου τη «Διεθνή» των Εργατών.

Μαζί με τη «Διεθνή» ο Μπεκατώρος είχε διασκευάσει κι ενορχηστρώσει εκ νέου τα εργατικά και επαναστατικά τραγούδια «Η Κόκκινη Σημαία», «Το Τραγούδι στη Δουλειά», «Πένθιμος Ύμνος», «Η Κόκκινη Παντιέρα» και «Πρωτομαγιά». Οι μελοποιήσεις αυτές του Μπεκατώρου είχαν συμπεριληφθεί το 1926 σε έκδοση Ελλήνων μεταναστών εργατών στην πόλη όπου το 1886 «γεννήθηκε» με αίμα η Εργατική Πρωτομαγιά. Η έκδοση αυτή έφερε τον τίτλο «Εργατικά Τραγούδια» και κυκλοφόρησε στο Σικάγο πριν από 95 χρόνια. Αναζητούνται οι μελοποιήσεις εκείνες.

Ίσως όμως  στα νησιά μας, στις εκδηλώσεις για την Εργατική Πρωτομαγιά, ακουστεί η ένδοξη «Διεθνής» σε μια νέα, πολύ σύγχρονη μελωδική εκδοχή που ένας Επτανήσιος γιος οικοδόμου, αναγνωρισμένος συνθέτης, ενοχηστρωτής και μαέστρος επίτιμος αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής «Μάντζαρος» της Κέρκυρας, «έγραψε» το 2018. Ο Κερκυραίος Σπύρος Μαυρόπουλος είναι αυτός και εμπνεύστηκε τη δημιουργία του από την περίφημη διασκευή της «Διεθνούς» που είχε παρουσιάσει πριν από δεκαετίες ο κορυφαίος μαέστρος όλων των εποχών Αρτούρο Τοσκανίνι. Ούτως ή άλλως στους επικείμενους γιορτασμούς, εκατό χρόνια από τότε που οι Κερκυραίοι εργάτες γιόρταζαν την «πολύανθη» Πρωτομαγιά με τη «Διεθνή», ο υπέρτατος αυτός Ύμνος θ’ αντηχήσει και πάλι στα νησιά μας.

Σαν βροντή!

Ελπιδοφόρα!  

ΑΛΕΚΟΣ ΠΡΙΦΤΗΣ

* Το εικαστικό έργο στην κορυφή του θέματος είναι του Κερκυραίου ζωγράφου Σπύρου Κουρσάρη και τιτλοφορείται «Το πέταγμα».